Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρισσόζωος
τρισσόθεν
τρίσσοθεν
τρισσοκέφαλος
τρισσός
τριστάδιος
τρίσταθμος
τριστάσιος
τριστάτηρος
τριστάτης
τρίστεγος
τριστιχία
τρίστιχος
τριστοιχί
τρίστοιχος
τρίστομος
τρίστοος
τρίστροφος
τρισυλλαβέω
τρισυλλαβία
τρισύλλαβος
View word page
τρίστεγος
of or with three stories

ShortDef

of or with three stories

Debugging

Headword:
τρίστεγος
Headword (normalized):
τρίστεγος
Headword (normalized/stripped):
τριστεγος
IDX:
89130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89131
Key:

Data

{'content': 'of or with three stories'}