Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντίμιμος
ἀντιμισέω
ἀντιμισθία
ἀντιμίσθιον
ἀντίμισθος
ἀντιμισθωτός
ἀντιμίσιον
ἀντιμνηστεύω
ἀντιμοιρεί
ἀντιμοιρέω
ἀντιμοιρία
ἀντιμολεῖν
ἀντίμολπος
ἀντίμορος
ἀντίμορφος
ἀντιμυκάομαι
ἀντιμυκτηρίζω
ἀντιναυπηγέω
ἀντινέμομαι
ἀντινεοποιός
ἀντινήχομαι
View word page
ἀντιμοιρία
compensation

ShortDef

compensation

Debugging

Headword:
ἀντιμοιρία
Headword (normalized):
ἀντιμοιρία
Headword (normalized/stripped):
αντιμοιρια
IDX:
8912
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8913
Key:

Data

{'content': 'compensation'}