Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρίσπονδος
τρισπυθιονίκης
τρισσάκις
τρισσαχῆ
τρισσεύω
τρισσόζωος
τρισσόθεν
τρίσσοθεν
τρισσοκέφαλος
τρισσός
τριστάδιος
τρίσταθμος
τριστάσιος
τριστάτηρος
τριστάτης
τρίστεγος
τριστιχία
τρίστιχος
τριστοιχί
τρίστοιχος
τρίστομος
View word page
τριστάδιος
measuring three stades

ShortDef

measuring three stades

Debugging

Headword:
τριστάδιος
Headword (normalized):
τριστάδιος
Headword (normalized/stripped):
τρισταδιος
IDX:
89125
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89126
Key:

Data

{'content': 'measuring three stades'}