Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρίσμακαρ
τρισμακάριος
τρισμακαρίτης
τρισμέγιστος
τρισμύριοι
τρισμυριόπαλαι
τρισμυριοπλασίων
τρισοιζυρός
τρισόλβιος
τρισολυμπιονίκας
τρισολυμπιονίκης
τρισοῦφος
τρίσοφος
τρίσπαστος
τρισπερίοδος
τρισπίθαμος
τρίσπονδος
τρισπυθιονίκης
τρισσάκις
τρισσαχῆ
τρισσεύω
View word page
τρισολυμπιονίκης
thrice victorious at Olympia
ShortDef
thrice victorious at Olympia
Debugging
Headword:
τρισολυμπιονίκης
Headword (normalized):
τρισολυμπιονίκης
Headword (normalized/stripped):
τρισολυμπιονικης
IDX:
89109
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89110
Key:
Data
{'content': 'thrice victorious at Olympia'}