Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριπολῖτις
τρίπολος
τριπόνητος
τρίπορθος
τριπορνεία
τρίπορνος
τρίπους
τρίπρατος
τριπρόσωπος
τριπτέον
τρίπτερος
τριπτήρ
τριπτήριον
τρίπτης
Τριπτόλεμος
τριπτός
τρίπτυχος
τρίπτωτος
τριπυλοειδής
τρίπυλον
τρίπυργος
View word page
τρίπτερος
having three wings

ShortDef

having three wings

Debugging

Headword:
τρίπτερος
Headword (normalized):
τρίπτερος
Headword (normalized/stripped):
τριπτερος
IDX:
89050
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89051
Key:

Data

{'content': 'having three wings'}