Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριποδοειδής
τριπόθητος
τρίποκος
τριπολία
τριπόλιον
τρίπολις
τριπόλιστος
τριπολῖτις
τρίπολος
τριπόνητος
τρίπορθος
τριπορνεία
τρίπορνος
τρίπους
τρίπρατος
τριπρόσωπος
τριπτέον
τρίπτερος
τριπτήρ
τριπτήριον
τρίπτης
View word page
τρίπορθος
thrice-wasted

ShortDef

thrice-wasted

Debugging

Headword:
τρίπορθος
Headword (normalized):
τρίπορθος
Headword (normalized/stripped):
τριπορθος
IDX:
89043
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89044
Key:

Data

{'content': 'thrice-wasted'}