Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρίπλαξ
τριπλασιάζω
τριπλασιεπίπεμπτος
τριπλάσιος
τριπλασιότης
τριπλασίων
τρίπλεθρος
τριπλεκής
τρίπλευρος
τριπληγόνος
τριπλόη
τριπλοκία
τρίπλοκος
τριπλόος
τριπλόω
τρίπλωσις
τριποδαβάκιον
τριπόδειος
τριπόδης
τριποδηφορέω
τριποδηφορικός
View word page
τριπλόη
triplicity

ShortDef

triplicity

Debugging

Headword:
τριπλόη
Headword (normalized):
τριπλόη
Headword (normalized/stripped):
τριπλοη
IDX:
89018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89019
Key:

Data

{'content': 'triplicity'}