Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τριξέλλας
τρίξεστον
τρίξυλος
τριοδέομαι
τριοδήϊος
τριοδία
τριοδίτης
τριοδοντία
τρίοδος
τριόδους
τριόδων
τριοειδής
τρίοζος
τριολύμπιος
τριονία
Τριόπας
τριόρχης
τρίορχος
τριοτό
τριοττίς
τριούγκιον
View word page
τριόδων
trident
ShortDef
trident
Debugging
Headword:
τριόδων
Headword (normalized):
τριόδων
Headword (normalized/stripped):
τριοδων
IDX:
88968
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88969
Key:
Data
{'content': 'trident'}