Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριμέρεια
τριμερής
τριμερίζω
τρίμετρος
τριμηνία
τριμηνιαῖος
τρίμηνος
τριμήσιον
τριμίγματος
τριμιτάριος
τρίμιτος
τρῖμμα
τριμμάτιον
τριμματολογέω
τριμμός
τρίμνους
τρίμνως
τριμοιρία
τριμοιριαῖος
τριμοιρίτης
τρίμοιρος
View word page
τρίμιτος
three-threaded

ShortDef

three-threaded

Debugging

Headword:
τρίμιτος
Headword (normalized):
τρίμιτος
Headword (normalized/stripped):
τριμιτος
IDX:
88940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88941
Key:

Data

{'content': 'three-threaded'}