Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρίλοβος
τριλογέω
τριλογία
τριλοφία
τρίλοφος
τριμάκαιρα
τρίμακρος
τριμαρκισία
τριμαστιγίας
τριμάτιον
τριμάχιον
τριμελής
τριμέρεια
τριμερής
τριμερίζω
τρίμετρος
τριμηνία
τριμηνιαῖος
τρίμηνος
τριμήσιον
τριμίγματος
View word page
τριμάχιον
tricamachion

ShortDef

tricamachion

Debugging

Headword:
τριμάχιον
Headword (normalized):
τριμάχιον
Headword (normalized/stripped):
τριμαχιον
IDX:
88928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88929
Key:

Data

{'content': 'tricamachion'}