Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρικόρωνος
τρικότυλος
τρίκρανος
τρικράσπεδος
τρίκροος
τρίκροτος
τρίκτυπος
τρικύαθος
τρικυλίνδητος
τρικύλιστος
τρικυμία
τρικώλιος
τρίκωλος
τρικώμαρχος
τρικωμία
τρίκωμος
τριλάγυνος
τριλγλώχις
τρίλεκτος
τρίλινος
τρίλλιστος
View word page
τρικυμία
the third wave, a huge wave

ShortDef

the third wave, a huge wave

Debugging

Headword:
τρικυμία
Headword (normalized):
τρικυμία
Headword (normalized/stripped):
τρικυμια
IDX:
88907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88908
Key:

Data

{'content': 'the third wave, a huge wave'}