Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρίκεντρον
τρικέρβερος
τρικέφαλος
τρικλιναρχία
τρικλινιάρχης
τρικλινικός
τρίκλινος
τρίκλυστος
τρίκλωνος
τρίκλωστος
τρίκογχος
τρικόκκια
τρίκοκκος
τρικόλλυβον
τρικόλουρος
τρικόλωνος
τρικόνητος
τρικόρυθος
τρίκορυς
τρικόρυφος
τρικόρωνος
View word page
τρίκογχος
with three

ShortDef

with three

Debugging

Headword:
τρίκογχος
Headword (normalized):
τρίκογχος
Headword (normalized/stripped):
τρικογχος
IDX:
88887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88888
Key:

Data

{'content': 'with three'}