Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρικάρηνος
τρίκαρπος
τρίκεντρον
τρικέρβερος
τρικέφαλος
τρικλιναρχία
τρικλινιάρχης
τρικλινικός
τρίκλινος
τρίκλυστος
τρίκλωνος
τρίκλωστος
τρίκογχος
τρικόκκια
τρίκοκκος
τρικόλλυβον
τρικόλουρος
τρικόλωνος
τρικόνητος
τρικόρυθος
τρίκορυς
View word page
τρίκλωνος
with or of three shoots

ShortDef

with or of three shoots

Debugging

Headword:
τρίκλωνος
Headword (normalized):
τρίκλωνος
Headword (normalized/stripped):
τρικλωνος
IDX:
88885
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88886
Key:

Data

{'content': 'with or of three shoots'}