Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριζυγής
τρίζυγος
τρίζω
τριζῳδία
τρίζωος
τριήκοντα
τριηκόσιοι
τριημερία
τριήμερος
τριημιαρτάβιον
τριημίγυον
τριημικοτύλιον
τριημιολία
τριημίπηχυς
τριημιπλίνθιον
τριημιπόδιον
τριημιπόδιος
τριημίς[εον]
τριημῖστατῆρα
τριημιτόνιον
τριημιωβόλιον
View word page
τριημίγυον
and a half

ShortDef

and a half

Debugging

Headword:
τριημίγυον
Headword (normalized):
τριημίγυον
Headword (normalized/stripped):
τριημιγυον
IDX:
88841
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88842
Key:

Data

{'content': 'and a half'}