Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τριγονέω
τριγονία
τρίγονος
τριγράμματος
τρίγυον
τρίγων
τριγωνίζω
τριγωνικός
τριγωνισμός
τριγωνιστί
τριγωνίστρια
τριγωνοειδής
τριγωνοκρατορέω
τριγωνοκράτωρ
τρίγωνον
τρίγωνος
τριγωνότης
τρίδακνος
τριδάκτυλος
τρίδειρος
τριδέσποτος
View word page
τριγωνίστρια
a woman who plays the τρίγωνον (ΙΙ.2)
ShortDef
a woman who plays the τρίγωνον (ΙΙ.2)
Debugging
Headword:
τριγωνίστρια
Headword (normalized):
τριγωνίστρια
Headword (normalized/stripped):
τριγωνιστρια
Intro Text:
a woman who plays the τρίγωνον (ΙΙ.2)
IDX:
88800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88801
Key:
Senses and Citations (From Data)
Citations (From Models)
No citations.
Data
{ "content": "a woman who plays the τρίγωνον (ΙΙ.2)" }