Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τριβαλλοί
τριβανόω
τριβάρβαρος
τριβάς
τρίβασμος
τρίβαφος
τριβελής
τριβεύς
τριβή
τριβήν
τρίβικος
τριβικός
τριβολεκτράπελος
τριβολοειδῶς
τρίβολος
τρίβος
τρίβραχυς
τρίβροχος
τρίβω
τρίβωμος
τρίβων
View word page
τρίβικος
an alembic with three receiving vessels
ShortDef
an alembic with three receiving vessels
Debugging
Headword:
τρίβικος
Headword (normalized):
τρίβικος
Headword (normalized/stripped):
τριβικος
IDX:
88750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88751
Key:
Data
{'content': 'an alembic with three receiving vessels'}