Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τριανδρικόν
τρίανδρος
τριάνωρ
τριάριοι
τριάρμενος
τριαρχία
τριάς
τριᾶς
τριατέτταρα
τριαῦλαξ
τριαύχην
τριβαία
τριβακός
τριβαλλοί
τριβανόω
τριβάρβαρος
τριβάς
τρίβασμος
τρίβαφος
τριβελής
τριβεύς
View word page
τριαύχην
with three necks
ShortDef
with three necks
Debugging
Headword:
τριαύχην
Headword (normalized):
τριαύχην
Headword (normalized/stripped):
τριαυχην
IDX:
88737
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88738
Key:
Data
{'content': 'with three necks'}