Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντιμερίζομαι
ἀντιμερίτης
ἀντιμεσουρανέω
ἀντιμεσουράνημα
ἀντιμεσουράνησις
ἀντιμεταβαίνω
ἀντιμεταβάλλω
ἀντιμετάβασις
ἀντιμεταβατικός
ἀντιμεταβολή
ἀντιμετάγω
ἀντιμεταγωγή
ἀντιμετάδοσις
ἀντιμετάθεσις
ἀντιμετακλίνω
ἀντιμεταλαμβάνω
ἀντιμεταληπτέον
ἀντιμετάληψις
ἀντιμεταλλακτέον
ἀντιμεταλλεύω
ἀντιμεταρρέω
View word page
ἀντιμετάγω
countermarch
ShortDef
countermarch
Debugging
Headword:
ἀντιμετάγω
Headword (normalized):
ἀντιμετάγω
Headword (normalized/stripped):
αντιμεταγω
IDX:
8872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8873
Key:
Data
{'content': 'countermarch'}