Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τριαινοειδής
τριαινοῦχος
τριαινόω
τριακάδαρχος
τριακαιδεκέτης
τριακάς
τριάκις
τριακονθάμματος
τριακονθήμερος
τριάκοντα
τριακοντάδραχμοι
τριακονταδύο
τριακονταείς
τριακονταέξ
τριακονταεπτά
τριακονταετηρίς
τριακονταέτης
τριακονταετία
τριακοντάζυγος
τριακοντάκις
τριακοντάκλινος
View word page
τριακοντάδραχμοι
at thirty
ShortDef
at thirty
Debugging
Headword:
τριακοντάδραχμοι
Headword (normalized):
τριακοντάδραχμοι
Headword (normalized/stripped):
τριακονταδραχμοι
IDX:
88674
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88675
Key:
Data
{'content': 'at thirty'}