Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρία
τριαγμός
τριάδελφος
τριαδίζω
τριαδικός
τριάζω
τρίαινα
τριαινοειδής
τριαινοῦχος
τριαινόω
τριακάδαρχος
τριακαιδεκέτης
τριακάς
τριάκις
τριακονθάμματος
τριακονθήμερος
τριάκοντα
τριακοντάδραχμοι
τριακονταδύο
τριακονταείς
τριακονταέξ
View word page
τριακάδαρχος
chief of a τριακάς
ShortDef
chief of a τριακάς
Debugging
Headword:
τριακάδαρχος
Headword (normalized):
τριακάδαρχος
Headword (normalized/stripped):
τριακαδαρχος
Intro Text:
chief of a τριακάς
IDX:
88667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88668
Key:
Senses and Citations (From Data)
Citations (From Models)
No citations.
Data
{ "content": "chief of a τριακάς" }