Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρηχύς
τρηχώ
τρήχω
τρι
τρία
τριαγμός
τριάδελφος
τριαδίζω
τριαδικός
τριάζω
τρίαινα
τριαινοειδής
τριαινοῦχος
τριαινόω
τριακάδαρχος
τριακαιδεκέτης
τριακάς
τριάκις
τριακονθάμματος
τριακονθήμερος
τριάκοντα
View word page
τρίαινα
a trident
ShortDef
a trident
Debugging
Headword:
τρίαινα
Headword (normalized):
τρίαινα
Headword (normalized/stripped):
τριαινα
IDX:
88663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88664
Key:
Data
{'content': 'a trident'}