Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Τρῆχος
τρηχύς
τρηχώ
τρήχω
τρι
τρία
τριαγμός
τριάδελφος
τριαδίζω
τριαδικός
τριάζω
τρίαινα
τριαινοειδής
τριαινοῦχος
τριαινόω
τριακάδαρχος
τριακαιδεκέτης
τριακάς
τριάκις
τριακονθάμματος
τριακονθήμερος
View word page
τριάζω
conquer, vanquish

ShortDef

conquer, vanquish

Debugging

Headword:
τριάζω
Headword (normalized):
τριάζω
Headword (normalized/stripped):
τριαζω
IDX:
88662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88663
Key:

Data

{'content': 'conquer, vanquish'}