Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Τρηχίς
Τρῆχος
τρηχύς
τρηχώ
τρήχω
τρι
τρία
τριαγμός
τριάδελφος
τριαδίζω
τριαδικός
τριάζω
τρίαινα
τριαινοειδής
τριαινοῦχος
τριαινόω
τριακάδαρχος
τριακαιδεκέτης
τριακάς
τριάκις
τριακονθάμματος
View word page
τριαδικός
of three
ShortDef
of three
Debugging
Headword:
τριαδικός
Headword (normalized):
τριαδικός
Headword (normalized/stripped):
τριαδικος
IDX:
88661
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88662
Key:
Data
{'content': 'of three'}