Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρήρων
τρῆσις
τρητός
Τρηχίς
Τρῆχος
τρηχύς
τρηχώ
τρήχω
τρι
τρία
τριαγμός
τριάδελφος
τριαδίζω
τριαδικός
τριάζω
τρίαινα
τριαινοειδής
τριαινοῦχος
τριαινόω
τριακάδαρχος
τριακαιδεκέτης
View word page
τριαγμός
the triad
ShortDef
the triad
Debugging
Headword:
τριαγμός
Headword (normalized):
τριαγμός
Headword (normalized/stripped):
τριαγμος
IDX:
88658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88659
Key:
Data
{'content': 'the triad'}