Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρεισκαιδεκαταῖος
τρεισκαιδεκατημόριον
τρεισκαιδέκατος
τρεισκαιδεκαφόρος
τρεισκαιδεκάχορδος
τρεισκαιδεκέτης
τρεισκαιδεκήρης
τρεισκαιδεκώρυγος
τρέμω
τρέπεδδα
τρεπτέον
τρεπτέος
τρεπτικός
τρεπτός
τρέπω
τρέστης
τρεφουργία
τρέφω
τρεχέδειπνος
τρέχις
τρέχνος
View word page
τρεπτέον
one must turn
ShortDef
one must turn
Debugging
Headword:
τρεπτέον
Headword (normalized):
τρεπτέον
Headword (normalized/stripped):
τρεπτεον
IDX:
88629
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88630
Key:
Data
{'content': 'one must turn'}