Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τραχυφωνέω
τραχυφωνία
τραχύφωνος
τραχώδης
τράχωμα
τραχωματικός
τραχών
Τρεβάτιος
τρεῖος
τρεῖς
τρεισκαίδεκα
τρεισκαιδεκάγωνος
τρεισκαιδεκάκλινος
τρεισκαιδεκάμετρος
τρεισκαιδεκάμηνος
τρεισκαιδεκαπάλαστος
τρεισκαιδεκάπηχυς
τρεισκαιδεκαπλασίων
τρεισκαιδεκαστάσιος
τρεισκαιδεκασύλλαβος
τρεισκαιδεκαταῖος
View word page
τρεισκαίδεκα
thirteen

ShortDef

thirteen

Debugging

Headword:
τρεισκαίδεκα
Headword (normalized):
τρεισκαίδεκα
Headword (normalized/stripped):
τρεισκαιδεκα
IDX:
88609
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88610
Key:

Data

{'content': 'thirteen'}