Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τραχηλοδεσμότης
τραχηλοειδής
τραχηλοκοπέω
τραχηλοκοπία
τράχηλος
τραχηλόσιμος
Τραχίνιος
Τραχίς
τρᾶχος
τράχουρος
τραχυβατέω
τραχυδέρμων
τραχυντικός
τραχύνω
τραχυόδους
τραχυόστρακος
τραχύπους
τραχύς
τράχυσμα
τραχυσμός
τραχύστομος
View word page
τραχυβατέω
walk on rough, rocky ground
ShortDef
walk on rough, rocky ground
Debugging
Headword:
τραχυβατέω
Headword (normalized):
τραχυβατέω
Headword (normalized/stripped):
τραχυβατεω
IDX:
88586
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88587
Key:
Data
{'content': 'walk on rough, rocky ground'}