Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τραχηλιάω
τραχηλίζω
τραχήλιον
τραχηλίς
τραχηλισμός
τραχηλιστήρ
τραχηλιώδης
τραχηλοδεσμότης
τραχηλοειδής
τραχηλοκοπέω
τραχηλοκοπία
τράχηλος
τραχηλόσιμος
Τραχίνιος
Τραχίς
τρᾶχος
τράχουρος
τραχυβατέω
τραχυδέρμων
τραχυντικός
τραχύνω
View word page
τραχηλοκοπία
decollatio

ShortDef

decollatio

Debugging

Headword:
τραχηλοκοπία
Headword (normalized):
τραχηλοκοπία
Headword (normalized/stripped):
τραχηλοκοπια
IDX:
88579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88580
Key:

Data

{'content': 'decollatio'}