Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τραπεζόω
τραπέζωμα
τραπεζωνία
τραπέζωσις
τραπέμπαλιν
τραπέω
τραπητέον
τραπητέος
τραπητής
τραπητός
τρασιά
τραυλίζω
τραυλισμός
τραυλοηχέω
τραυλός
τραυλότης
τραυλόφωνος
τραῦμα
τραυματεία
τραυματιαῖος
τραυματίας
View word page
τρασιά
a crate

ShortDef

a crate

Debugging

Headword:
τρασιά
Headword (normalized):
τρασιά
Headword (normalized/stripped):
τρασια
IDX:
88544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88545
Key:

Data

{'content': 'a crate'}