Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρακταΐζω
τρακτεύω
τρακτός
τράκτωμα
Τράλλεις
τράμις
τράμμα
τράμπις
τρανής
τρανοποιέω
τρανότης
τρανόω
τράνς
τράνωμα
τρανωτικός
τράπεζα
τραπεζεύς
τραπεζήεις
τραπέζιον
τραπεζιτεία
τραπεζιτεύω
View word page
τρανότης
clearness, plainness

ShortDef

clearness, plainness

Debugging

Headword:
τρανότης
Headword (normalized):
τρανότης
Headword (normalized/stripped):
τρανοτης
IDX:
88509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88510
Key:

Data

{'content': 'clearness, plainness'}