Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τραγηματίζω
τραγηματισμός
τραγηματοπώλης
τραγηματοπώλιον
τραγηματώδης
τραγηφόρος
τραγίαμβος
τραγίδιον
τραγίζω
τραγικεύομαι
τραγικός
τραγικώδης
τράγινος
τράγιον
τραγίσκος
τραγοβάμων
τραγοειδής
τραγοκουρικός
τραγόκτονος
τραγόλας
τραγομάσχαλος
View word page
τραγικός
(goat-like); tragic, majestic, pompous
ShortDef
(goat-like); tragic, majestic, pompous
Debugging
Headword:
τραγικός
Headword (normalized):
τραγικός
Headword (normalized/stripped):
τραγικος
IDX:
88465
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88466
Key:
Data
{'content': '(goat-like); tragic, majestic, pompous'}