Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τραγάω
τράγειος
τραγέλαφος
τράγημα
τραγηματίζω
τραγηματισμός
τραγηματοπώλης
τραγηματοπώλιον
τραγηματώδης
τραγηφόρος
τραγίαμβος
τραγίδιον
τραγίζω
τραγικεύομαι
τραγικός
τραγικώδης
τράγινος
τράγιον
τραγίσκος
τραγοβάμων
τραγοειδής
View word page
τραγίαμβος
tragic iambus
ShortDef
tragic iambus
Debugging
Headword:
τραγίαμβος
Headword (normalized):
τραγίαμβος
Headword (normalized/stripped):
τραγιαμβος
IDX:
88461
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88462
Key:
Data
{'content': 'tragic iambus'}