Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τοποθετέω
τοποκρατέω
τοπομαχέω
τόπος
τοποτηρέω
τοποτηρησία
τοποτηρητής
τοράλλιον
τόργος
τόρδυλον
τορεία
τορεῖον
τόρευμα
τορεύς
τορευτής
τορευτικός
τορευτός
τορεύω
τορέω
τορητός
Τορκουᾶτος
View word page
τορεία
a carving in relief
ShortDef
a carving in relief
Debugging
Headword:
τορεία
Headword (normalized):
τορεία
Headword (normalized/stripped):
τορεια
IDX:
88376
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88377
Key:
Data
{'content': 'a carving in relief'}