Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τοπογραμματεύς
τοπογραφέω
τοπογραφία
τοπογράφος
τοποθεσία
τοποθετέω
τοποκρατέω
τοπομαχέω
τόπος
τοποτηρέω
τοποτηρησία
τοποτηρητής
τοράλλιον
τόργος
τόρδυλον
τορεία
τορεῖον
τόρευμα
τορεύς
τορευτής
τορευτικός
View word page
τοποτηρησία
office of τοποτηρητής

ShortDef

office of τοποτηρητής

Debugging

Headword:
τοποτηρησία
Headword (normalized):
τοποτηρησία
Headword (normalized/stripped):
τοποτηρησια
IDX:
88371
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88372
Key:

Data

{'content': 'office of τοποτηρητής'}