Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τοπισμός
τοπίτης
τοπογραμματεία
τοπογραμματεύς
τοπογραφέω
τοπογραφία
τοπογράφος
τοποθεσία
τοποθετέω
τοποκρατέω
τοπομαχέω
τόπος
τοποτηρέω
τοποτηρησία
τοποτηρητής
τοράλλιον
τόργος
τόρδυλον
τορεία
τορεῖον
τόρευμα
View word page
τοπομαχέω
to wage war by holding strong positions
ShortDef
to wage war by holding strong positions
Debugging
Headword:
τοπομαχέω
Headword (normalized):
τοπομαχέω
Headword (normalized/stripped):
τοπομαχεω
IDX:
88368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88369
Key:
Data
{'content': 'to wage war by holding strong positions'}