Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τολμητός
τόλμιλλος
τολοιπόν
τολυπευτικός
τολυπεύω
τολύπη
τομά
τομαῖος
τομάριον
τομαροφύλακες
τομάς
τομάω
τομεύς
τομεύω
τομή
τομίας
τόμιον
τομίς
τομοειδής
τόμος
τομός
View word page
τομάς
clearing

ShortDef

clearing

Debugging

Headword:
τομάς
Headword (normalized):
τομάς
Headword (normalized/stripped):
τομας
IDX:
88276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88277
Key:

Data

{'content': 'clearing'}