Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τοκαρίδιον
τοκάς
τοκάω
τόκειος
τοκετός
τοκεύς
τοκεών
τοκήεσσα
τοκίζω
τόκιον
τοκισμός
τοκιστής
τοκογλυφέω
τοκογλύφος
τοκοπράκτωρ
τόκος
τοκοφορέω
τόλμα
τολμάεις
τολμάω
τολμήεις
View word page
τοκισμός
the practice of usury

ShortDef

the practice of usury

Debugging

Headword:
τοκισμός
Headword (normalized):
τοκισμός
Headword (normalized/stripped):
τοκισμος
IDX:
88249
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88250
Key:

Data

{'content': 'the practice of usury'}