Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τοιχόκρανον
τοιχόομαι
τοιχοπυργίσκος
τοῖχος
τοιχοφορέω
τοιχωρυχέω
τοιχωρύχημα
τοιχωρυχία
τοιχωρυχική
τοιχωρύχος
τοιχωτός
τοκαδεία
τοκαρίδιον
τοκάς
τοκάω
τόκειος
τοκετός
τοκεύς
τοκεών
τοκήεσσα
τοκίζω
View word page
τοιχωτός
provided with a wall

ShortDef

provided with a wall

Debugging

Headword:
τοιχωτός
Headword (normalized):
τοιχωτός
Headword (normalized/stripped):
τοιχωτος
IDX:
88237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88238
Key:

Data

{'content': 'provided with a wall'}