Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τοιουτότης
τοιουτότροπος
τοιουτόχροος
τοιουτώδης
τοίχαρχος
τοιχίζω
τοίχιος
τοιχοβάτης
τοιχογραφία
τοιχοδιφήτωρ
τοιχοδομέω
τοιχόκρανον
τοιχόομαι
τοιχοπυργίσκος
τοῖχος
τοιχοφορέω
τοιχωρυχέω
τοιχωρύχημα
τοιχωρυχία
τοιχωρυχική
τοιχωρύχος
View word page
τοιχοδομέω
build walls

ShortDef

build walls

Debugging

Headword:
τοιχοδομέω
Headword (normalized):
τοιχοδομέω
Headword (normalized/stripped):
τοιχοδομεω
IDX:
88226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88227
Key:

Data

{'content': 'build walls'}