Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τμητικός
τμητός
τμητοσίδηρος
Τμῶλος
τόθεν
τόθι
τοι
τοίγαρ
τοιγάρ
τοιγαροῦν
τοιθορύσσω
τοίνυν
τοῖος
τοιόσδε
τοιουτογνώμων
τοιοῦτος
τοιουτόσχημος
τοιουτότης
τοιουτότροπος
τοιουτόχροος
τοιουτώδης
View word page
τοιθορύσσω
shake violently

ShortDef

shake violently

Debugging

Headword:
τοιθορύσσω
Headword (normalized):
τοιθορύσσω
Headword (normalized/stripped):
τοιθορυσσω
IDX:
88209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88210
Key:

Data

{'content': 'shake violently'}