Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τλητέος
τλητικός
τλητός
Τλῶς
τμήγας
τμήγω
τμήδην
τμῆμα
τμημάτιον
τμηματώδης
τμῆσις
τμητέον
τμητέος
τμητήρ
τμητής
τμητικός
τμητός
τμητοσίδηρος
Τμῶλος
τόθεν
τόθι
View word page
τμῆσις
a cutting
ShortDef
a cutting
Debugging
Headword:
τμῆσις
Headword (normalized):
τμῆσις
Headword (normalized/stripped):
τμησις
IDX:
88194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88195
Key:
Data
{'content': 'a cutting'}