Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τληπάθεια
τληπαθέω
τληπάθημα
τληπαθής
Τληπόλεμος
τλησικάρδιος
τλησίπονος
τλῆσις
τλητέος
τλητικός
τλητός
Τλῶς
τμήγας
τμήγω
τμήδην
τμῆμα
τμημάτιον
τμηματώδης
τμῆσις
τμητέον
τμητέος
View word page
τλητός
suffering, enduring, patient, steadfast

ShortDef

suffering, enduring, patient, steadfast

Debugging

Headword:
τλητός
Headword (normalized):
τλητός
Headword (normalized/stripped):
τλητος
IDX:
88186
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88187
Key:

Data

{'content': 'suffering, enduring, patient, steadfast'}