Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τλήθυμος
τλημοσύνη
τλήμων
τλῆναι
τληπάθεια
τληπαθέω
τληπάθημα
τληπαθής
Τληπόλεμος
τλησικάρδιος
τλησίπονος
τλῆσις
τλητέος
τλητικός
τλητός
Τλῶς
τμήγας
τμήγω
τμήδην
τμῆμα
τμημάτιον
View word page
τλησίπονος
patient of toil
ShortDef
patient of toil
Debugging
Headword:
τλησίπονος
Headword (normalized):
τλησίπονος
Headword (normalized/stripped):
τλησιπονος
IDX:
88182
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88183
Key:
Data
{'content': 'patient of toil'}