Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τλάω
τλήθυμος
τλημοσύνη
τλήμων
τλῆναι
τληπάθεια
τληπαθέω
τληπάθημα
τληπαθής
Τληπόλεμος
τλησικάρδιος
τλησίπονος
τλῆσις
τλητέος
τλητικός
τλητός
Τλῶς
τμήγας
τμήγω
τμήδην
τμῆμα
View word page
τλησικάρδιος
hard-hearted

ShortDef

hard-hearted

Debugging

Headword:
τλησικάρδιος
Headword (normalized):
τλησικάρδιος
Headword (normalized/stripped):
τλησικαρδιος
IDX:
88181
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-88182
Key:

Data

{'content': 'hard-hearted'}