Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντικυμαίνομαι
ἀντικυματόω
ἀντικύπτω
Ἀντικύρα
Ἀντικυρεύς
ἀντικυρία
ἀντικύρω
ἀντικωλύω
ἀντικωμάζω
ἀντικωμῳδέω
ἀντιλαβή
ἀντιλαγχάνω
ἀντιλάζομαι
ἀντιλακτίζω
ἀντιλακωνίζω
ἀντιλαλέω
ἀντιλαμβάνω
ἀντιλάμπω
ἀντίλαμψις
ἀντιλέγω
ἀντιλειτουργέω
View word page
ἀντιλαβή
a thing to hold by, a handle
ShortDef
a thing to hold by, a handle
Debugging
Headword:
ἀντιλαβή
Headword (normalized):
ἀντιλαβή
Headword (normalized/stripped):
αντιλαβη
IDX:
8800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8801
Key:
Data
{'content': 'a thing to hold by, a handle'}