Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τιθάς
τιθασεία
τιθάσευμα
τιθασευτέον
τιθασευτής
τιθασευτικός
τιθασεύω
τιθάσιον
τιθασός
τιθασοτρόφος
τίθημι
τιθήνα
τιθηνέω
τιθήνη
τιθήνημα
τιθήνησις
τιθηνητήριος
τιθηνοκομητέον
τιθηνός
Τιθραύστης
τιθύμαλλος
View word page
τίθημι
to set, put, place
ShortDef
to set, put, place
Debugging
Headword:
τίθημι
Headword (normalized):
τίθημι
Headword (normalized/stripped):
τιθημι
IDX:
87996
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87997
Key:
Data
{'content': 'to set, put, place'}