Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τηρητέος
τηρητήριον
τηρητής
τηρητικός
τήρητρα
τηρός
τητάομαι
τῆτες
τήτη
τητινός
τηΰσιος
τιάρα
τιάρας
τιαραφόρος
τιαρόδεσμον
τιαροειδής
Τιβεριάς
Τιβεριεύς
Τιβέριος
Τίβυρον
τιγγαβάρινος
View word page
τηΰσιος
idle, vain, undertaken to no purpose
ShortDef
idle, vain, undertaken to no purpose
Debugging
Headword:
τηΰσιος
Headword (normalized):
τηΰσιος
Headword (normalized/stripped):
τηυσιος
IDX:
87968
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87969
Key:
Data
{'content': 'idle, vain, undertaken to no purpose'}