Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τῆμος
τηνάκις
τηνάλλως
τηνεῖ
τήνελλα
τήνελλος
τηνίκα
τηνικάδε
τηνικαῦτα
τηνόθι
τῆνος
τηνῶ
τηξιμελής
τηξίποθος
τῆξις
Τηρεύς
τηρέω
τήρημα
Τήρης
τήρησις
τηρητέον
View word page
τῆνος
he, she, it

ShortDef

he, she, it

Debugging

Headword:
τῆνος
Headword (normalized):
τῆνος
Headword (normalized/stripped):
τηνος
IDX:
87947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87948
Key:

Data

{'content': 'he, she, it'}