Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τῇ
τῆ
τῆβαι
τήβεννα
τηβέννειος
τηβεννικός
τηβεννοφορέω
τηβεννοφόριον
τηγανητόν
τηγανίζω
τηγανισμός
τηγανιστός
τηγανίτης
τῆγμα
τῆδε
τῇδε
τηθαλλαδοῦς
τήθη
τηθία
τηθίς
τῆθος
View word page
τηγανισμός
frying
ShortDef
frying
Debugging
Headword:
τηγανισμός
Headword (normalized):
τηγανισμός
Headword (normalized/stripped):
τηγανισμος
IDX:
87853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87854
Key:
Data
{'content': 'frying'}