Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Τέως
τζάγγη
τζαγκάριος
τζάπιον
τῇ
τῆ
τῆβαι
τήβεννα
τηβέννειος
τηβεννικός
τηβεννοφορέω
τηβεννοφόριον
τηγανητόν
τηγανίζω
τηγανισμός
τηγανιστός
τηγανίτης
τῆγμα
τῆδε
τῇδε
τηθαλλαδοῦς
View word page
τηβεννοφορέω
wear the τήβεννα

ShortDef

wear the τήβεννα

Debugging

Headword:
τηβεννοφορέω
Headword (normalized):
τηβεννοφορέω
Headword (normalized/stripped):
τηβεννοφορεω
IDX:
87849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-87850
Key:

Data

{'content': 'wear the τήβεννα'}